Καρκίνος τραχήλου
Ο τράχηλος αποτελεί το κατώτερο τμήμα της μήτρας. Καταλαμβάνει περίπου το ένα τρίτο του συνολικού ιστού της μήτρας.
Το τραχηλικό στόμιο είναι το τμήμα του τραχήλου το οποίο εκτείνεται στο άνω τμήμα του κόλπου. Ο τράχηλος καθώς και το τραχηλικό στόμιο κλείνουν την κοιλότητα της μήτρας προς τα έξω και την προστατεύουν απο κολπικά μικρόβια. Για τον λόγο αυτό, παράγεται στο κάτω τμήμα του τραχήλου παχύρρευστη βλέννη. Κατά τη διάρκεια της ωορρηξίας η βλέννη ρευστοποιείται, ενώ ταυτόχρονα παρατηρείται κι ένα ελαφρό άνοιγμα του τραχηλικού καναλιού. Προκειμένου να προστατευθεί ο αμνιακός σάκος κατά τη διάρκεια της κύησης, ο τράχηλος (ο λεγόμενος «λαιμός» της μήτρας) κλείνει προς τα κάτω παραμένοντας κλειστός μέχρι να ξεκινήσει η διαδικασία του τοκετού.
Καρκίνος τραχήλου της μήτρας
Περί τα 70 έως 80 τοις εκατό του συνόλου των κακοήθων νεοπλασιών προέρχονται από το πλακώδες επιθήλιο. Γι΄ αυτόν τον λόγο αποκαλούνται και πλακώδη καρκινώματα ή καρκινώματα πλακώδους επιθηλίου. Συνήθως δε, σχηματίζονται στην λεγόμενη ζώνη μεταπτώσεως. Στο σημείο αυτό, το πλακώδες επιθήλιο του τραχηλικού στομίου συναντά το κυλινδρικό επιθήλιο του τραχήλου της μήτρας. Περίπου το 25 τοις εκατό των περιστατικών του τραχήλου της μήτρας δημιουργείται στον περιβάλλοντα αδενικό ιστό. Στην περίπτωση αυτή μιλάμε για τα λεγόμενα αδενοκαρκινώματα.
Ο ιός ανθρωπίνων θηλωμάτων (HPV)
Περίπου το 50% του συνόλου των γυναικών και ανδρών, κάποια χρονική στιγμή έχει μολυνθεί από τον ιό HPV. Οι ιοί ανθρωπίνων θηλωμάτων μεταδίδονται κυρίως μέσω της σεξουαλικής επαφής. Τις περισσότερες φορές ωστόσο, το ανοσοποιητικό σύστημα είναι σε θέση να ανταπεξέλθει πλήρως με αποτέλεσμα να μην υπάρξουν σοβαρές συνέπειες για την υγεία.
Από τους σχεδόν 130 γνωστούς τύπους των ιών αυτών, μόνο 20 τύποι ιού ανθρωπίνων θηλωμάτων είναι σε θέση να συμβάλλουν στο να αναπτυχθεί καρκίνος του τραχήλου της μήτρας . Ο ιοί αυτοί μπορούν να ανιχνευθούν σχεδόν σε όλα τα δείγματα ιστού κακοήθων όγκων του τραχήλου της μήτρας. Πρόκειται δε κατά 70 % για τους τύπους ιών HPV16 καθώς και HPV 18.
Η εμμένουσα λοίμωξη με υψηλής επικινδυνότητας τύπους ιού HPV μπορεί να οδηγήσει αρχικά σε προκαρκινικές αλλοιώσεις οι οποίες τελικώς ενδέχεται να εξελιχθούν σε καρκίνο. Η εξέλιξη αυτή ωστόσο είναι σπάνια. Περίπου μία στις 10 γυναίκες θα αναπτύξει κατά τη διάρκεια της ζωής της προκαρκινικές αλλοιώσεις του τραχήλου της μήτρας. Εφόσον οι αλλοιώσεις αυτές διαγνωστούν πρέπει να αντιμετωπιστούν άμεσα.
Το γεγονός ότι ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας εμφανίζεται πολύ αργότερα από την αρχική μόλυνση, καθιστά ιδιαίτερα εύκολη την έγκαιρη ανίχνευση προκαρκινικών αλλοιώσεων. Στη συνέχεια μπορεί να αφαιρεθεί ο ιστός μέσω μίας κωνοειδούς εκτομής.
Επιπρόσθετοι παράγοντες κινδύνου
- Άλλες λοιμώξεις στην περιοχή των γεννητικών οργάνων
Στην περίπτωση που μια γυναίκα έχει ήδη μολυνθεί με έναν τύπο HPV υψηλής επικινδυνότητας, η μετάδοση άλλων παθογόνων κατά την σεξουαλική επαφή μπορεί επίσης να αυξήσει τον κίνδυνο εκδήλωσης καρκίνου τραχήλου της μήτρας. Σε αυτούς συγκαταλέγονται ο μονοκατευθυντικός τύπος ιών έρπη-2 (HSV-2), χλαμύδια καθώς κι ο ιός ανθρώπινης ανοσοεπάρκειας (HIV) ή αλλιώς AIDS. Η χρήση προφυλακτικών κατά την διάρκεια της σεξουαλικής επαφής μπορεί να συμβάλλει στην αποφυγή της μετάδοσης.
- Εξασθενημένο ανοσοποιητικό σύστημα
Στην περίπτωση που το ανοσοποιητικό σύστημα έχει αποδυναμωθεί, ως αποτέλεσμα μιας ασθένειας ή της λήψης ανοσοκατασταλτικών φαρμάκων, ο ανθρώπινος οργανισμός δεν είναι πλέον σε θέση να αμυνθεί επαρκώς και να αντιμετωπίσει μία λοίμωξη HPV. Η πιθανότητα ανάπτυξης μιας χρόνιας λοίμωξης και μετεξέλιξής της σε καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, είναι και σε αυτή την περίπτωση αυξημένη.
Καρκίνος τραχήλου της μήτρας – Συμπτώματα
Συνήθως οι αλλοιώσεις που οδηγούν στον Καρκίνο Τραχήλου Μήτρας δεν προκαλούν πόνο. Σε πρώιμο στάδιο δυστυχώς ο καρκίνος του τραχήλου μπορεί να μην προκαλεί ενοχλήσεις. Γι' αυτό η ασθένεια μπορεί να εξελιχθεί αθόρυβα χωρίς συμπτώματα. Αν παρατηρήσετε ένα ή και περισσότερα από τα ακόλουθα συμπτώματα, απευθυνθείτε άμεσα στον γυναικολόγο σας:
- Έντονος πόνος κατά την αφόδευση ή / και την ούρηση
- Δύσοσμες κολπικές εκκρίσεις
- Αιμορραγία μεταξύ των περιόδων, κατόπιν κλιμακτηρίου ή κατόπιν σεξουαλικής επαφής
- Ασυνήθιστη, ενίοτε μονομερής διόγκωση ποδιών
Κι εδώ ισχύει: Όσο νωρίτερα ανιχνευθεί ο καρκίνος τραχήλου της μήτρας, τόσο μεγαλύτερες θα είναι και οι πιθανότητες ίασής του.
Τα προναφερθέντα συμπτώματα είναι κοινά σε αρκετές ασθένειες και είναι πολύ πιθανόν να μην πάσχετε από καρκίνο του τραχήλου. Ωστόσο εφόσον τα παρατηρήσετε θα πρέπει να εξεταστείτε άμεσα απο τον γιατρό σας.
Έγκαιρη διάγνωση
Το γεγονός ότι o καρκίνος του τραχήλου της μήτρας εξελίσσεται αρχικά με πολύ αργούς ρυθμούς, καθιστά εύκολο τον περιορισμό εξέλιξής του. Πριν την εμφάνιση του καρκίνου, τα προσβεβλημένα κύτταρα αρχίζουν να αλλοιώνονται όλο και περισσότερο έτσι ώστε τελικώς να εμφανίζονται προκαρκινικές αλλοιώσεις οι οποίες ενδέχεται να εξελιχθούν σε καρκίνο τραχήλου της μήτρας.
Σε μια σειρά γυναικολογικών εξετάσεων που στοχεύουν στην έγκαιρη διάγνωση του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας ανήκει μεταξύ άλλων και το λεγόμενο Τεστ Παπανικολάου. Η εξέταση αυτή συνίσταται στη συλλογή κυττάρων από τον βλεννογόνο του στομίου του τραχήλου καθώς και του ιδίου του τραχήλου της μήτρας . Γίνεται χρήση ενός κομματιού βάμβακος (μπατονέτας), ή μιας μικρής βούρτσας, προκειμένου να γίνει ήπια απόξεση κυτταρικού υλικού. Στη συνέχεια τα κύτταρα εξετάζονται με μικροσκόπιο προκειμένου να ελεγχθεί εάν είναι παθολογικά.
Ο βαθμός της κυτταρικής αλλοίωσης ορίζει την ταξινόμιση των ευρημάτων της μικροβιολογικής εξέτασης (Pap I έως και Pap V).
• Pap I: κύτταρα απολύτως υγιή
• Pap ΙΙ: Κύτταρα με ήπιες αλλοιώσεις
• Pap ΙΙΙ: Κύτταρα με χαρακτήρες συμβατούς με χαμηλού βαθμού ενδοεπιθηλιακές αλλοιώσεις
• Pap ΙV:Κύτταρα με χαρακτήρες συμβατούς με σοβαρού βαθμού προκαρκινωματώδη αλλοίωση. (Χρήζουν άμεσης αντιμετώπισης)
• Pap V: Κύτταρα με χαρακτήρα καρκινώματος καρκίνου του τραχήλου της μήτρας.
Περίπου το 80 τοις εκατό όλων των προκαρκινικών σταδίων μπορεί να ανακαλυφθεί κατ΄ αυτόν τον τρόπο έγκαιρα κι αποτελεσματικά.
Κατάταξη CIN
Έχοντας ένα δείγμα ιστού, ορίζουμε κατ΄αρχήν την λεγόμενη πρωτοποπαθή εστία του όγκου. Η πρωτοπαθής εστία προκαρκινικών βλαβών του τραχήλου της μήτρας μπορεί να είναι το πλακώδες ή το αδενικό επιθήλιο. Το κατα πόσον έχουν αλλοιωθεί τα κύτταρα στην περίπτωση μιας προκαρκινικής αλλοίωσης το ορίζει η λεγόμενη κατάταξη CIN. Σύμφωνα με την CIN ορολογία, προκύπτει η υποδιαίρεση σε ελαφρού (CIN1) μετρίου (CIN2) καθώς και σοβαρού (CIN3) βαθμού τραχηλική ενδοεπιθηλιακή νεοπλασία.
Οι χαμηλού βαθμού αλλοιώσεις - νεοπλασίες τύπου CIN I und II μπορούν να υπαναχωρήσουν. Περίπου το 30 τοις εκατό των τραχηλικών ενδοεπιθηλιακών νεοπλασιών σοβαρού βαθμού (CIN III), μπορούν τελικώς να μετεξελιχθούν εντός πολλών ετών σε καρκινική πάθηση.
Στην κατηγορία CIN III γίνεται λόγος για το λεγόμενο „Carcinoma in situ“ (CIS). Πρόκειται για λατινικό όρο ο οποίος σημαίνει „καρκίνωμα επι τόπου“. In situ σημαίνει ότι ενώ μεν τα κακοήθη κύτταρα έχουν προσβάλλει ολόκληρο το πάχος του επιθηλίου, περιορίζονται σε αυτό και δεν έχουν εισβάλει πέρα από τη βασική μεμβράνη στους βαθύτερους ιστούς. Δεν υπάρχει επομένως διηθητική ανάπτυξη του καρκινώματος κι ως εκ τούτου δεν παρατηρούνται μεταστάσεις. Στην περίπτωση που το προδιηθητικό καρκίνωμα (in situ) έχει υπερβεί τα όρια του επιθηλίου, πρόκειται πλέον για έναν διηθητικό όγκο.
Προκαρκινικά στάδια
Pap I, Pap II: πρόκειται για απολύτως φυσιολογικά ευρήματα. Απαιτείται μόνο τακτική εξέταση.
Pap III, IIID, IVA, IVB, V: ευρήματα τα οποία χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης. Ο ειδικός με τη βοήθεια μιας κολποσκόπησης ή βιοψίας είναι σε θέση να αποκλείσει ή να επιβεβαίωσει την ύπαρξη προκαρκινικού σταδίου ή κακοήθους όγκου.
Σε αντίθεση με το Τεστ Παπανικολάου όπου εχουμε την εξέταση δείγματος κυττάρων, κατά τη διάρκεια μιας ιστολογικής εξέτασης εξετάζουμε μικροσκοπικά, δείγμα ιστού του επιθηλίου του τραχήλου της μήτρας. Πρόκειται για μια ιστολογική εξέταση της οποίας το αποτέλεσμα τελικώς ταξινομείται βάσει του συστήματος κατάταξης CIN.
Ανάλογα με την εξέλιξη των αλλοιώσεων του ιστού, προκύπτει και η διαφοροποίηση των εκάστοτε σταδίων. Δυσπλασίες, δηλαδή αλλοιώσεις οι οποίες περιορίζονται στην επιφάνεια του τραχήλου της μήτρας ενδέχεται να είναι προκαρκινικά στάδια. Σε καμία περίπτωση ωστόσο δεν πρόκειται για καρκίνο. Στη δεδομένη χρονική στιγμή η ασθενής δεν διατρέχει οποιονδήποτε κίνδυνο, και δεν νοσεί σοβαρά. Παρ΄όλα είναι ιδιαίτερα σημαντικό τα προστάδια αυτά να διαγιγνώσκονται όσο το δυνατόν νωρίτερα, διότι κατ΄αυτόν τον τρόπο μπορεί να αποφευχθεί ενδεχόμενη δημιουργία αλλά και εξέλιξη κακοήθους νεοπλασίας .
Aυτοθεραπεία πολύ συχνά παρατηρείται σε ελαφρές καθώς επίσης και μέτριες δυσπλασίες του τραχήλου της μήτρας (CINI, CINII). Περίπου το ήμισυ των του συνόλου των ευρημάτων CINI τελικώς θα υπαναχωρήσει. Ωστόσο χρήζουν περεταίρω ιστολογικής αλλά και κολποσκοπικής παρακολούθησης. Η κωνοειδής εκτομή καθίσταται απαραίτητη εφόσον οι αλλοιώσεις διαρκούν για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα και κατ΄επέκταση μετεξελίσσονται σε βαριά δυσπλασία δηλ. σε δυσπλασία βαθμού CINIII. Απαραίτητη θα κριθεί επίσης, στην περίπτωση που διαγνωστεί το λεγόμενο καρκίνωμα in situ.
Κωνοειδής εκτομή τραχήλου
Οι ενδοεπιθηλιακές αλλοιώσεις τύπου CINII καθώς και CINIII μπορούν να αντιμετωπιστούν χειρουργικά μέσω της λεγόμενης κωνοειδούς εκτομής του τραχήλου. Με τη βοήθεια μιας αγκύλης διαθερμίας – του λεγόμενου loop ή με Laser αφαιρείται ο προσβεβλημένος ιστός (τομή σε σχήμα κώνου) από την περιοχή του τραχήλου της μήτρας, ο οποίος στη συνέχεια εξετάζεται ιστολογικά. Σε περίπτωση που η ιστολoγική εξέταση επιβεβαιώσει την πλήρη αφαίρεση της αλλοίωσης, δεν απαιτείται περαιτέρω θεραπεία. Εάν τα όρια της τομής ωστόσο δεν είναι απολύτως υγιή και εξακολουθούν να παρουσιάζουν CIN, τότε θα συνεχιστεί η παρακολούθηση κι εφόσον κριθεί απαραίτητο σε ποσοστό της τάξεως του 50% των περιστατικών θα επαναληφθεί η επέμβαση.
Πρώιμος τοκετός
Κατά την κωνοειδή εκτομή, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να αφαιρείται όσο το δυνατόν λιγότερος τραχηλικός ιστός, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο ενός πρώιμου τοκετού. Ταυτόχρονα όμως η εκτομή του πάσχοντος ιστού πρέπει να διενεργείται επί υγιούς ιστού.
Έτσι, θέλοντας αφενός να διατηρήσουμε υγιή ιστό, ταυτόχρονα όμως και να αφαιρέσουμε το σύνολο του ιστού που έχει υποστεί βλάβη, πρέπει να επιλέξουμε μία τεχνική επέμβασης, με την οποία θα αφαιρεθούν οι αλλοιώσεις ιδανικά.
Η εκτομή με loop αποτελεί μία μικρή και σύντομη χειρουργική επέμβαση η οποία μπορεί να διενεργηθεί με τοπική νάρκωση. Παρ΄όλα αυτά δεν πρόκειται για μια απλή εγχείρηση, λόγος για τον οποίο πρέπει να διενεργείται μόνο από πεπειραμένο χειρουργό.
Απλή υστερεκτομή
Σε περίπτωση που το καρκίνωμα βρίσκεται σε αρχικό στάδιο και δεν προγραμματίζεται επιπλέον εγκυμοσύνη, η υστερεκτομή αποτελεί την σωστή επιλογή. Πρόκειται για χειρουργική επέμβαση κατά την οποία αφαιρείται η μήτρα.
Mπορεί να γίνει χρήση διαφόρων τεχνικών επέμβασης. Μιλάμε για την λεγόμενη κολπική υστερεκτομή όταν κατά την επέμβαση αφαιρείται η μήτρα μέσω του κόλπου, την κοιλιακή υστερεκτομή όταν γίνεται τομή στην κοιλιά της ασθενούς ή την λαπαροσκοπική υστερεκτομή όπου έχουμε μία ελάχιστα επεμβατική μέθοδο με πολύ μικρές τομές στην κοιλιακή χώρα.
Η χειρουργική επέμβαση διενεργείται σε νοσοκομείο υπό γενική αναισθησία. Σπάνια παρατηρούνται επιπλοκές μετά από μία απλή υστερεκτομή. Η επέμβαση δεν προκαλεί πρώιμη έναρξη της κλιμακτηρίου, εφόσον τις περισσότερες φορές διατηρείται η λειτουργία των ωοθηκών. Μετεγχειρητικά ωστόσο η απλή υστερεκτομή προκαλεί απουσία δυνατότητας εγκυμοσύνης.
Ριζική υστερεκτομή
Μια ευρύτερη χειρουργική επέμβαση είναι αναπόφευκτη όταν ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας έχει ήδη επεκταθεί. Ενδέχεται να αφαιρεθούν η μήτρα, οι γειτονικοί λεμφαδένες καθώς και υπό ορισμένες συνθήκες, οι γύρω ιστοί.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, όταν η νόσος βρίσκεται ήδη σε προχωρημένο στάδιο, μπορεί να ενδείκνυται μια εκτεταμένη χειρουργική επέμβαση, η λεγόμενη ριζική υστερεκτομή ή επέμβαση Wertheim. Μετεγχειρητικά υπάρχει πιθανότητα να προκύψουν επιπλοκές μεγαλύτερης διάρκειας. Σε προχωρημένα στάδια νόσου ωστόσο, ο συνδυασμός ακτινοθεραπείας και χημειοθεραπείας συχνά αποτελεί την καλύτερη επιλογή.
Χημειοθεραπεία
Σκοπός της χημειοθεραπείας είναι η καταστροφή όλων των καρκινικών κυττάρων που βρίσκονται στο ανθρώπινο σώμα. Μέσω φαρμάκων παρεμποδίζεται η διαίρεση των καρκινικών κυττάρων.
Ακτινοθεραπεία
Συχνά έχουμε συνδυασμό ακτινοβολίας και χημειοθεραπείας, καθώς και οι δύο θεραπείες μπορούν να αλληλοσυμπληρωθούν καλά. H δράση της ακτινοβολίας περιορίζεται σε αντίθεση με αυτήν της χημειοθεραπείας στην άμεση περιοχή γύρω από τον όγκο και το λεμφικό σύστημα της μήτρας. Κατ΄αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται ότι θα προκληθεί βλάβη στα κύτταρα της πάσχουσας περιοχής και μόνο, ενώ θα προστατευθεί ο περιβάλλων ιστός. Η ακτινοθεραπεία τις περισσότερες φορές αποτελείται από πολλαπλές συνεδρίες.
Βραχυθεραπεία
Είναι μια μορφή ακτινοθεραπείας κατά την οποία τοποθετούνται ραδιενεργείς πηγές από τον κόλπο εντός του όγκου με χειρουργική εμφύτευση. Η τοποθέτηση γίνεται με γενική ή τοπική νάρκωση. Το ραδιενεργό υλικό καταστρέφει για σύντομο χρονικό διάστημα κι απο μικρή απόσταση στοχευμένα τον όγκο. Έτσι ο υγιής ιστός προστατεύεται.
Παρενέργειες
Ως συνδυασμένη θεραπεία μια ακτινοχημειοθεραπεία μπορεί ενδεχομένως να συνοδεύεται από τις παρενέργειες και των δύο μεθόδων θεραπείας. O βαθμός έντασης των παρενεργειών εξαρτάται απο την γενικότερη σωματική κατάσταση της κάθε ασθενούς ξεχωριστά.
Συχνή ανεπιθύμητη ενέργεια της ακτινοθεραπείας αποτελεί η λεγόμενη ακτικινή ίνωση. Πρόκειται για ουλές οι οποίες εμφανίζονται στους εσωτερικούς βλεννογόνων του κόλπου, των εντέρων ή της ουροδόχου κύστης. Η κατάσταση αυτή μπορεί να προκαλέσει προβλήματα κατά την ούρηση και να οδηγήσει σε ξηρότητα του κολπικού βλεννογόνου και στένωση του κόλπου.
Εφόσον έχουν ακτινοβοληθεί κι άλλα όργανα ή το λεμφικό σύστημα, είναι πιθανόν να παρουσιαστούν λεμφοιδήματα, ερεθισμοί ή επιμολύνσεις του εντέρου, της ουροδόχου κύστης ή του κόλπου.
Η λειτουργία των ωοθηκών ενδέχεται να επηρεαστεί ή ακόμη και να ανασταλλεί πλήρως, σε περίπτωση που αυτές βρίσκονται άμεσα στο πεδίο ακτινοβολίας κατά τη διάρκεια μιας ακτινοθεραπείας. Κατ΄αυτόν τον τρόπο προκαλείται, ακόμη και σε νεότερες ασθενείς, η έναρξη της εμμηνόπαυσης. Με την κατάλληλη ορμονική θεραπεία ωστόσο, μπορούν να αντιμετωπιστούν τα περισσότερα εμμηνοπαυσιακά συμπτώματα. Σε αντίθεση με την περίπτωση του καρκίνου του μαστού, ο καρκίνος του τραχήλου της μήτρας και η εξέλιξή του δεν επηρεάζεται απο γυναικείες ορμόνες.
Πολύ συχνά οι περιγραφόμενες παρενέργειες μπορούν να εξαλειφθούν ή τουλάχιστον να μετριαστούν.